στίχοι: Δ.Τζιμέας
Μ’ ακολουθούσανε δυο σκύλοι
Το’ να τον λέγανε Λουκά
Τον άλλον δεν τον θυμάμαι
είχε ονόματα πολλά
Τέρας εγώ δε σε φοβάμαι
Το κέρατο σου που μιλά
Τέρας εγώ θα σε σκοτώσω
Με το σπαθί του μπόμπυ σαντς
Θέλω να ζήσω τη ζωή μου,
Στη μεταξένια της κλωστή,
σφιχτά τα πόδια μου θα δέσω,
το σάλτο του άγγελου να βγει.
Θέλω να ζήσω τη ζωή μου,
Στη μεταξένια της κλωστή,
σφιχτά τα πόδια μου θα δέσω,
το σάλτο του άγγελου να βγει.
Ξεκουραζόμουν έξι μέρες
την έβδομη είχα σηκωθεί
για να φτιάξω ένα κόσμο
που δεν είχε πριν φτιαχτεί
Κάτι πήγε πάλι λάθος,
κάτι δε δούλεψε καλά,
ίσως τα χρώματα του Άθως,
ή τα νερά του Μπαχίρ Νταρ
Θέλω να ζήσω τη ζωή μου,
Στη μεταξένια της κλωστή,
σφιχτά τα πόδια μου θα δέσω,
το σάλτο του άγγελου να βγει.
Θέλω να ζήσω τη ζωή μου,
Στη μεταξένια της κλωστή,
σφιχτά τα πόδια μου θα δέσω,
το σάλτο του άγγελου να βγει.
Όταν γύρισα στη λίμνη,
το φίδι ήταν πια νεκρό,
τις πεντατονικές που τις έμαθα,
δεν πρόλαβα να του το πω.
Τις έμαθα σε ένα αμάξι,
σε ένα ωτοστόπ στην έρημο,
κερουακ καθόταν πίσω
και στο τιμόνι ο Μπρετόν
σταγόνες κέρναγε ο ζαπόνε
τ’ αμάξι έσπρωχνε ο Ρεμπό,