στίχοι: Δ.Τζιμέας
Ο Αλέξης το πρωί, βρήκε στα παπούτσια του άμμο της ερήμου,
στον ύπνο του το καραβάνι με αλάτι κινούσε φορτωμένο,
κι αυτός θ’αργούσε, κι αυτός θ’αργούσε,
κι αυτός θ’αργούσε ξανά για τη δουλειά του
κι αυτός θ’αργούσε, κι αυτός θ’αργούσε,
κι αυτός θ’αργούσε ξανά για τη δουλειά του
Μα νομίζω κάπου εδώ πως έχουμε όλοι κάτι χάσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
Η Αλίκη μες το βράδυ, βρήκε στο στήθος της τροπικά λουλούδια
μύριζε ρούμι η ανάσα της, στα αυτιά της έφταναν παράξενα τραγούδια
κι ένα άψυχο σώμα, ναι ένα άψυχο σώμα.
ένα άψυχο σώμα γύρισε να αγκαλιάσει
κι ένα άψυχο σώμα, ναι ένα άψυχο σώμα.
ένα άψυχο σώμα γύρισε να αγκαλιάσει
Μα νομίζω κάπου εδώ (πως) έχουμε όλοι κάτι χάσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
τα όνειρα από καιρό μας έχουν όλους ξεπεράσει
Ο Μάρκος το πρωί βρήκε στις τσέπες του κάλυκες και χάρτες
στον ύπνο του η επανάσταση είχε φτάσει απ’τη Μαδρίτη δυο ανάσες
κι αυτός χρωστούσε, ναι ναι χρωστούσε
δυο μαθήματα για το πτυχίο
κι αυτός χρωστούσε, ναι ναι χρωστούσε
δυο μαθήματα για το πτυχίο